Στη φωτογραφία διακρίνεται η Λεωφόρος Γαλατσίου...και η Λεωφόρος Βέικου (χωματόδρομος..κάτι σαν μονοπάτι).Οι κήποι με τα περιβόλια,έφταναν έως την Αγίας Γλυκερίας. Περιβόλια ονομάζεται η περιοχή αυτή σήμερα
Γύρω στο 1930, χτίζεται απέναντι από την εκκλησία της Αγίας Γλυκερίας ,το ξενοδοχείο Δροσιά,ιδιοκτησίας Λιασκοβίτη.Το ξενοδοχείο φιλοξενεί κατά καιρούς μεγάλα ονόματα της πολιτικής,οικονομικής και καλλιτεχνικής ζωής του τόπου.Λέγεται μάλιστα,ότι σε αυτό κρύφτηκε από τον ιδιοκτήτη που ήταν συγχωριανός του, ο Νικόλαος Πλαστήρας,όταν τον κυνηγούσαν οι πράκτορες των Μεγάλων Δυνάμεων,για να ανακαλέσει την καταδικαστική απόφαση της "Δίκης των Εξι".
Αργότερα,δίπλα στο ξενοδοχείο δημιουργείται το γνωστό νυχτερινό κέντρο "Μοστρού" ,το οποίο άφησε εποχή στη νυχτερινή ζωή της Αθήνας για τους χορούς του και τα μεγάλα καλλιτεχνικά ονόματα που φιλοξενούσε.
Πηγή πληροφορίας για το ξενοδοχείο:GALATSINET
Mε το ξενοδοχείο Δροσιά και το "Μοστρού" συνδέεται και η ιστορία δυο νέων που αυτοκτόνησαν από έρωτα τη δεκαετία του ΄30, επειδή δεν τους άφηναν να παντρευτούν...
Ρομαντικές ιστορίες αγάπης συγκλόνιζαν την ελληνική κοινωνία το 1931. Το ένα μετά το άλλο, νεαρά ζευγάρια αυτοκτονούσαν προκαλώντας ανθρώπινες τραγωδίες και οι εφημερίδες πλημμύριζαν με ατελείωτα ανθρώπινα και ευαίσθητα κείμενα.
Τον Απρίλιο του 1931, ο 27χρονος αξιωματικός Βασίλειος Γ., γόνος στρατιωτικής οικογένειας, αγαπούσε την 20χρονη καλλονή Λιλή Α. Προσπαθούσε δε να ενταχθεί στους κόλπους τη νεοσύστατης Αεροπορίας, ώστε να εισπράττει μεγαλύτερο μισθό και να αντεπεξέλθει στις ανάγκες ενός γάμου. Ωστόσο, η οικογένειά του δεν έβλεπε με καλό μάτι την επιλογή του, δεδομένης της κακής οικονομικής κατάστασης της αγαπημένης του. Ο πατέρας του, απόστρατος αξιωματικός, φρόντισε ώστε να απορριφθεί ο γιος του, οπότε το ζευγάρι βρέθηκε σε αδιέξοδο.
Αποφάσισαν λοιπόν να πάνε για περίπατο στην εξοχή του Γαλατσίου. Εκεί, αφού απόλαυσαν τους μεζέδες της ταβέρνας του «Μοστρού», ήπιαν τα σχετικά καραφάκια τους και σε ευθυμία κατευθύνθηκαν απέναντι στο εξοχικό ξενοδοχείο «Δροσιά».(Προφανώς το ξενοδοχείο ,λειτουργούσε και σαν ξενοδοχείο "Ημιδιαμονής) Εκεί παρήγγειλαν εκ νέου ούζο και, αφού άδειασαν το καραφάκι τους, ο αξιωματικός πυροβόλησε την αγαπημένη του και μετά αυτοπυροβολήθηκε.
Περισσότερο όμως εντυπωσίασε το γεγονός ότι και οι δύο νέοι έφυγαν από τη ζωή αγνοί! Εκείνη είχε βγάλει μόνο το καπέλο και τα παπούτσια της και εκείνος το αμπέχονό του. Οι επιστολές που άφησαν στις οικογένειές τους αποτελούσαν μνημεία ευαισθησίας, ενώ στο τελευταίο ταξίδι τους στο Α’ Κοιμητήριο των Αθηνών τούς ακολούθησαν βουβοί δεκάδες χιλιάδες ανθρώπων....
Πηγή:H Μηχανή του Χρόνου
ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΓΑΛΑΤΣΙΟΥ 82 , 210-2024963
Οι γείτονες οι Ιταλοί λένε "Δεν υπάρχει δύο , χωρίς τρία..." Αυτό συμβαίνει και στον φούρνο του Στέλιου.Δεν γίνεται, όταν έχεις γευτεί τους κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα, να μην δοκιμάσεις την βασιλόπιτα."Στη βασιλόπιτα του Στέλιου συναντιούνται η υψηλή ζαχαροπλαστική,η ποιότητα των υλικών και η παράδοση.
Το μοναδικό δίλημμα που θα προκύψει από μια επίσκεψη στο φούρνο Μαρέτση είναι:Βασιλόπιτα τύπου τσουρέκι ή βασιλόπιτα τύπου κέικ;Εννοείται βέβαια,ότι επιλέγοντας τη μια από τις δυο, θα έχεις χάσεις την ευκαιρία να γευτείς την άλλη.Αν βέβαια , είστε τύποι που δεν σας αρέσουν τα διλήμματα....φεύγετε έχοντας πάρει μαζί σας και τις δύο.
Είναι σαν να έχετε κερδίσει το φλουρί!!!
ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΓΑΛΑΤΣΙΟΥ 82 , 210-2024963
O Στέλιος σε δημιουργική φάση...στο "εργαστήρι" του, ετοιμάζει το "ποδαρικό σας" για το 2021!!!
Το έθιμο της βασιλόπιτας είναι πολύ παλαιό, προέρχεται από εκείνο το τελούμενο στην αρχαία εορτή των «Κρονίων» (των ρωμαϊκών «Σατουρναλίων») που παρέλαβαν οι Φράγκοι, από τους οποίους και προήλθε η συνήθεια της τοποθέτησης νομίσματος μέσα στη πίτα και της ανακήρυξης ως «Βασιλιά της βραδιάς» αυτού που το έβρισκε.
Κατά άλλο έθιμο, αντί νομίσματος, έβαζαν φασόλι και αυτόν που το έβρισκε τον αποκαλούσαν “φασουλοβασιλιά”.
– Το κόψιμο στις βασιλόπιτας είναι από τα ελάχιστα αρχέγονα έθιμα που επιβιώνουν. Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημήτρη Λουκάτο αποτελεί εξέλιξη του γνωστού και λαϊκού εθίμου στις πρωτοχρονιάτικης πίτας. Στην αρχαιότητα υπήρχε το έθιμο του εορταστικού άρτου, τον οποίο σε μεγάλες αγροτικές γιορτές οι αρχαίοι Έλληνες πρόσφεραν στις θεούς.
– Τέτοιες γιορτές ήταν τα Θαλύσια και τα Θεσμοφόρια. Χαρακτηριστικό στοιχείο στις βασιλόπιτας είναι ότι ο άνθρωπος δοκιμάζει την τύχη του με το κέρμα στις, προσπαθώντας να μαντέψει πώς θα του έρθουν τα πράγματα στη νέα χρονιά. Σε όποιον πέσει το φλουρί, στις θα είναι ο τυχερός και ευνοούμενος του νέου έτους! Η ορθόδοξη παράδοση συνέδεσε το έθιμο με τη Βασιλόπιτα.
Ορθόδοξη θρησκευτική παράδοση
Η θρησκευτική παράδοση συνδέει την Βασιλόπιτα με την προσωπικότητα του Μεγάλου Βασιλείου, στον οποίο οφείλει και το όνομά της.
Στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη, όταν το Βυζάντιο κήρυξε τον πόλεμο στην Περσία, ο Ιουλιανός πέρασε με τον στρατό του από την Καισάρεια. Τότε διέταξε να φορολογήσουν όλη την επαρχία και τα χρήματα αυτά θα τα έπαιρνε επιστρέφοντας για την Κωνσταντινούπολη.
Έτσι, οι κάτοικοι αναγκάσθηκαν να δώσουν ό,τι είχε ο καθένας σε χρυσαφικά και νομίσματα. Όμως ο Ιουλιανός σκοτώθηκε άδοξα σε μια μάχη στον πόλεμο με τους Πέρσες και δεν ξαναπέρασε ποτέ από την Καισάρεια.
Τότε ο Άγιος Βασίλειος έδωσε εντολή από τα μαζεμένα χρυσαφικά τα μισά να δοθούν στους φτωχούς, ένα μικρό μέρος στις ανάγκες των ιδρυμάτων της ‘’Βασιλειάδας’’ και τα υπόλοιπα τα μοίρασε στους κατοίκους με ένα πρωτότυπο τρόπο: έδωσε εντολή να ζυμώσουν μικρά ψωμιά και σε κάθε ένα τοποθέτησε μέσα από ένα νόμισμα ή χρυσαφικό και κατόπιν τα μοίρασε στα σπίτια.
Έτσι τρώγοντας οι κάτοικοι τα ψωμιά έβρισκαν μέσα κάποιο από τα αφιερωθέντα τιμαλφή. Με τον τρόπο αυτό γεννήθηκε το έθιμο της πίτας που ονομάσθηκε Βασιλόπιτα, στην οποία βάζουμε ένα φλουρί. Αυτός στο κομμάτι του οποίου θα ‘’πέσει’’ το φλουρί, θεωρείται ότι είναι τυχερός και θα έχει μια καλή χρονιά.
Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς τη Βασιλόπιτα με το φλουρί μέσα, την πρώτη μέρα του χρόνου, τη μέρα του Αγίου Βασιλείου .Η Βασιλόπιτα Αγιοβασιλιάτικο έθιμο πολλών αιώνων, μεταφέρεται από γενιά σε γενιά, για να μας θυμίζει την αγάπη και την καλοσύνη αυτού του Μεγάλου Αγίου.
ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΓΑΛΑΤΣΙΟΥ 82 , 210-2024963
Επιτέλους έστω κι έτσι ,εν μέσω πανδημίας,μπαίνουμε σιγά σιγά σε γιορτινό πνεύμα.Λίγο ο στολισμός της πόλης,λίγο η αγορά του Γαλατσίου που δειλά δειλά ανοίγει ....αρχίζει σιγά σιγά να δημιουργείται η μαγική Χρστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα.
Μύρισαν Χριστούγεννα λοιπόν ....και μαζί μ' αυτά ήρθαν και οι μυρωδιές από τον Φούρνο της γειτονιάς σας, τον φούρνο Μαρέτση.Ο Στέλιος εδώ και 35 χρόνια με τα γλυκά και τις λιχουδιές του,προκαλεί όλες τις αισθήσεις...Με το που μπαίνεις μέσα ,το μάτι σου αρχίζει μια περιπλάνηση με οδηγό τις μύτη..Δίπλες,τσουρέκια ,μελομακάρονα και κουραμπιέδες ...είναι πειρασμός και για τα χέρια σου.
Η άχνη πως απλώνεται σαν χιόνι στην πιατέλα
κι όλα του Στέλιου τα γλυκά να μου φωνάζουν «έλα!»
Μελομακάρονα βουνό απάνω στο τραπέζι
κι η βασιλόπιτα πιο κει το μάτι να μου παίζει
Ο Στέλιος που δηλώνει υπερήφανος και καυχιέται για τις γλυκο κατασκευές του,αλλάζει θέμα όταν του ζητάς τις συνταγές για τα μελομακάρονα και τους κουραμπιέδες.Επτασφράγιστο μυστικό η δημιουργία του καλύτερου κουραμπιέ τις Αθήνας(όπως λέει...)
Ο κουραμπιές ...
Γλύκισμα που υπάγεται στην κατηγορία του μπισκότου και παρασκευάζεται από αλεύρι, βούτυρο, αμύγδαλα κατά περίπτωση και είναι πασπαλισμένο με άχνη ζάχαρης. Είναι ένα από τα γλυκά που χαρακτηρίζουν την εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων στην Ελλάδα, ενώ σε πολλές περιοχές της χώρας προσφέρεται στους προσκεκλημένους αμέσως μετά τη βάπτιση ενός παιδιού
Έλκει την καταγωγή του από την Περσία, όπου πρωτοεμφανίστηκε τον 7ο αιώνα, όταν η ζάχαρη διαδόθηκε στην περιοχή. Την πατρότητα του κουραμπιέ διεκδικεί και ο Λίβανος. Το γλύκισμα είναι διαδεδομένο στην Ελλάδα, την Τουρκία και τις Βαλκανικές χώρες. Ένα είδος κουραμπιέ με την ονομασία Πολβορόν (Polvorón) είναι διαδεδομένο στις ισπανόφωνες χώρες και το νότιο Τέξας.
Η λέξη «κουραμπιές» προέρχεται από την αλβανική kurabie ή gurabie (τουρκικά kurabiye και αραβικά qurabiya). Στην καθομιλουμένη «κουραμπιέ» αποκαλούμε τον νωθρό, τον μαλθακό ή τον ανόητο άνθρωπο. Στη στρατιωτική αργκό, «κουραμπιές» είναι ο απόλεμος στρατιώτης, αυτό που δεν μετέχει σε επιχειρήσεις, αλλά είναι αποσπασμένος σε γραφείο.
Qurabiya στα Αζέρικα, Kurabiye, στα Τούρκικα και φυσικά Κουραμπιές στα ελληνικά, που στην κυριολεξία σημαίνει Kuru = ξηρό, biye = μπισκότο. Όμως, η ονομασία μπισκότο καθιερώθηκε τον Mεσαίωνα, ετυμολογικά προερχόμενη από το λατινογενές bis-cuit, που σημαίνει ψημένο δύο φορές (στα αρχαία ελληνικά λεγόταν δί-πυρον), ως τεχνική ψησίματος για να μην «χαλάει» εύκολα ο άρτος, κυρίως των στρατιωτών και των ναυτικών.
Τα μελομακάρονα… έχουν ετυμολογικά αρχαιοελληνική προέλευση όσο και αν το μυαλό πάει στο «ιταλικό» μακαρόνι. Στα λεξικά αναφέρεται ότι η λέξη «μακαρόνι» παράγεται από τη μεσαιωνική ελληνική λέξη «μακαρωνία» (επρόκειτο για νεκρώσιμο δείπνο με βάση τα ζυμαρικά, όπου μακάριζαν το νεκρό).
Η μακαρωνία με τη σειρά της έρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «μακαρία», που δεν ήταν άλλο από την ψυχόπιτα, δηλαδή, ένα κομμάτι άρτου, στο σχήμα του σύγχρονου μελομακάρονου, το οποίο το προσέφεραν μετά την κηδεία.
Αργότερα, όταν η μακαρία περιλούστηκε με σιρόπι μελιού ονομάστηκε: μέλι+μακαρία = μελομακάρονο και καθιερώθηκε ως γλύκισμα του 12ημέρου, κυρίως από τους Μικρασιάτες Έλληνες και με το όνομα «φοινίκια».
Οι Λατίνοι και αργότερα οι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν τη λέξη μακαρωνία ως maccarone που τελικά κατέληξε να σημαίνει το σπαγγέτι. Τέλος, από το μεσαίωνα και μετά στη Γαλλία και την Αγγλία, ένα είδος αμυγδαλωτού μπισκότου ονομάστηκε «macaroon» (το γνωστό σε όλους σήμερα «μακαρόν»).
Δεν θα μπορούσε βέβαια ο κουραμπιές να μην γίνει τραγούδι...
Ξεχωρίζει ο «Αμανές του κουραμπιέ»ή «Αμανές των Χριστουγέννων» που έγραψε η Έλσα Μουρατίδου, εμφανώς επηρεασμένη από το κλίμα των ημερών που διανύουμε. Η εκτέλεση του τραγουδιού από τις STRINGLESS είναι πραγματικά απολαυστική…
Αμάν... είναι ο πόνος μου μεγάλος
και δε χωράει άλλος κουραμπιές!
Η άχνη πως απλώνεται σαν χιόνι στην πιατέλα
κι όλου του κόσμου τα γλυκά να μου φωνάζουν «έλα!»
Μελομακάρονα βουνό απάνω στο τραπέζι
κι η βασιλόπιτα πιο κει το μάτι να μου παίζει
Κι ο μορφονιός απέναντι, γλυκός σαν πετιμέζι
πως θα θελα να ήμουνα η Τζένη η Καρέζη
Στη ζυγαριά, στη ζυγαριά!
Αχ, θα βάλω εφτά κιλά!
Τσουρέκια και σιροπιαστά, Θεέ μου πως θα αντέξω;
ας πιω καμιά γουλιά κρασί το στόμα μου να βρέξω
Μες στη θολούρα του κρασιού, μου 'ρχεται να χορέψω
μα μες στο παντελόνι μου δεν ξέρω αν θα χωρέσω
Στη ζυγαριά, στη ζυγαριά!
Αχ , από Δευτέρα δίαιτα!
Μπουρέκια μοσχομυριστά, σκαλτσούνια και μπαμπάδες
γλιστρούν μέσα απ' τα δάχτυλα δεκάδες, δωδεκάδες
Πόσο σιρόπι έβαλες στο ρεβανί βρε μάνα;
και φούσκωσα και πρήστηκα ωσάν τη μελιτζάνα...
Πιες μια σόδα, πιες μια σόδα... Αχ, ο κουραμπιές!